Αναρωτήθηκες ποτέ γιατί μας γοητεύουν τόσο τους ανθρώπους τα κάστρα; Δεν είναι μόνο αρχιτεκτονικοί οι λόγοι, ότι από κατασκευής τους είναι φτιαγμένα για να προκαλούν το δέος και τον θαυμασμό. Είναι, δηλαδή, κι αυτό. Είναι, όμως, και το ότι τα περισσότερα παραμύθια των παιδικών μας χρόνων εκτυλίσσονται μέσα ή γύρω από ένα κάστρο, γιατί τα κάστρα συμβολίζουν το προστατευμένο περιβάλλον και την ασφάλεια, και η ασφάλεια αρέσει στα παιδάκια. Γι’ αυτό είναι τόσο εύκολο να αγαπήσεις έναν προορισμό απλά και μόνο για το κάστρο του. Στην περίπτωση της Μεθώνης και της Κορώνης, βέβαια, θα βρεις κι άλλους, πολλούς λόγους.
Θαλασσινές, σχεδόν νησιώτικες, μικρές πόλεις και οι δύο, μισή ώρα απόσταση η μια από την άλλη, με τις ειδυλλιακές αμμουδιές της Φοινικούντας να παρεμβάλλονται στη διαδρομή, λες και μπορούσε να γίνει καλύτερη αυτή η μεσσηνιακή γωνιά, και στεφανωμένες από τα κάστρα τους, η Μεθώνη και η Κορώνη ενδείκνυνται τόσο για καλοκαιρινές διακοπές, όσο και για ανοιξιάτικες εξερευνήσεις.
Ολόλευκα σπιτάκια με κατακόκκινα κεραμίδια απλώνονται προς την θάλασσα σε μια χερσόνησο που καταλήγει σε ένα από τα μεγαλύτερα και ωραιότερα κάστρα της Πελοποννήσου –αν όχι και ολόκληρης της Ελλάδας. Η Μεθώνη χαρακτηρίστηκε το 1950 παραδοσιακός οικισμός, επειδή σύμφωνα με το σχετικό ΦΕΚ «διασώζει τα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των οικοδομών της νοτίας Πελοποννήσου κατά τον παρελθόντα αιώνα και αποτελεί το αρμόζον περιβάλλον του μεσαιωνικού φρουρίου το οποίον υψούται εις την νοτιοδυτικήν άκρην της».
Παρά το γεγονός πως το ίδιο αυτό διάταγμα αναφέρει ότι η Μεθώνη ήταν μια από τις πρώτες πόλεις που χτίστηκαν βάσει σχεδίου μετά την Επανάσταση, είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο πως κατοικούταν ήδη από τα χρόνια του Τρωικού Πολέμου, ίσως και νωρίτερα –ήταν σίγουρα μία από τις επτά πόλεις που ο Αγαμέμνονας έταξε στον Αχιλλέα για να τον ηρεμήσει, στον περίφημο καυγά με τον οποίο ξεκινά η Ιλιάδα. Τα χιλιάδες χρόνια που μεσολάβησαν, οι κάτοικοί της έμεναν μέσα στο κάστρο, αντί για έξω από αυτό όπως σήμερα, εξ ου και η τεράστια έκτασή του: Τρεις ώρες τουλάχιστον θα υπολογίσεις για να το γυρίσεις όλο.
Σε 93 ολόκληρα στρέμματα απλώνεται το κάστρο που έκτισαν το 1209 οι Ενετοί, και είναι άμεσα αναγνωρίσιμο ακόμα και αν δεν το έχεις επισκεφθεί ποτέ, από τις χιλιάδες φωτογραφίες που απεικονίζουν το Μπούρτζι του, αυτόν τον πανέμορφο οκταγωνικό πύργο πάνω στην θάλασσα, τον οποίο του πρόσθεσαν οι Οθωμανοί σχεδόν τρεις αιώνες αργότερα. Το Μπούρτζι είναι χτισμένο πάνω σε ένα νησάκι, μπροστά από το κάστρο όπως το κοιτάς από την θάλασσα. Ένα πετρόχτιστο γεφυράκι διασχίζει τα νερά του Ιονίου και σε φέρνει στον εξίσου πέτρινο περίβολό του.
Στο «στεριανό», κυρίως τμήμα του κάστρου το πρώτο πράγμα που θα σου τραβήξει την προσοχή αφού περάσεις τις γιγάντιες, βγαλμένες από τον Άρχοντα των Δαχτυλιδιών πύλες του είναι το πλάτωμα στο οποίο δεσπόζει ο εντυπωσιακός γρανιτένιος κίονας που είναι γνωστός ως «στήλη του Μοροζίνι» (μην τον συμπαθείς, σε παρακαλούμε, τον Φραντσέσκο Μοροζίνι, είναι υπεύθυνος για τα κομμάτια που λείπουν από τον Παρθενώνα, κόντρα στον ευρύτατα διαδεδομένο μύθο που θέλει τους Οθωμανούς να ευθύνονται για την καταστροφή του). Πριν φτάσεις στο πλάτωμα, πρόσεξε ένα άνοιγμα στο έδαφος λίγο μετά την είσοδο του κάστρου, που μοιάζει να οδηγεί σε κάτι σαν υπόγειο. Εδώ βρέθηκαν οι πρώτες, αρχαιότερες κατακόμβες του ελλαδικού χώρου. Δυστυχώς, η πρόσβαση εκεί κάτω δεν είναι προς το παρόν ανοικτή για το κοινό.
Λίγο πιο κάτω, τα τουρκικά λουτρά και η Εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, που υπήρξε διαδοχικά εκκλησία καθολική, τζαμί και εκκλησία ορθόδοξη, αποτυπώνουν πολύ πιο γλαφυρά από οποιοδήποτε βιβλίο την Ιστορία μιας πόλης που είδε τρεις αυτοκρατορίες, τρεις σπουδαίους πολιτισμούς να ακμάζουν και να παρακμάζουν, και επέζησε για να αφηγηθεί τις ιστορίες τους. Σκαρφαλώνοντας εδώ κι εκεί σε τείχη και πολεμίστρες, σταματώντας κάθε λίγα βήματα για να χαζέψεις την απεραντοσύνη του κάστρου μέσα στο οποίο απλωνόταν άλλοτε μια ολόκληρη πολιτεία, καταλήγεις διαρκώς στη θάλασσα. Λογικό, αν σκεφτείς ότι το Κάστρο της Μεθώνης ακουμπά το Ιόνιο απ’ όλες τις πλευρές του, εκτός από μία.
Σε αντίθεση με το κάστρο της Μεθώνης, εκείνο της Κορώνης είναι ένα από τα ελάχιστα στην Ελλάδα που κατοικούνται ακόμα. Το έχτισαν κι αυτό τον 13ο αιώνα οι Ενετοί, οι οποίοι το έχασαν, το πήραν και το ξαναέχασαν πολλές φορές από τους Οθωμανούς στα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την Επανάστασή του ’21 και την απελευθέρωσή του από τον Μαιζών, έναν από τους τρεις ναυάρχους της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου. Το κάστρο στεφανώνει την απόλυτα νησιώτικη Κορώνη, σκαρφαλωμένο στο ψηλότερο σημείο της.
Ανηφορικά δρομάκια και σκαλοπάτια ξεκινούν από τον μόλο για να σε φέρουν στην είσοδό του, στην οποία καταλήγει και ασφαλτοστρωμένος δρόμος σημειώστε όσοι δεν συμπαθείτε το περπάτημα σε ανηφόρες. Από εδώ, περνάς την βαριά ξύλινη πόρτα του κάστρου και βρίσκεσαι σε έναν άλλο κόσμο: Λιθόκτιστα καλντερίμια ανηφορίζουν ανάμεσα σε ελαιώνες και αμπέλια, κάνουν ζιγκ-ζαγκ πλάι σε χαμηλές μονοκατοικίες και καταλήγουν πότε στην αυλή ενός μοναστηριού, πότε στα ερείπια του αρχαίου Ναού του Απόλλωνα, πότε σε ένα βυζαντινό εκκλησάκι (την Αγιά-Σοφιά του 12ου αιώνα) και πότε σε πέτρινες καμάρες με φαντασμαγορική θέα στη θάλασσα.
Στα πόδια του κάστρου, στη νότια πλευρά του οποίου τα απότομα Βράχια του Ρεσάλτου καταλήγουν σε μια ακρογιαλιά, απλώνεται η μικρή πόλη της Κορώνης , οι 1.600 κάτοικοι της οποίας ζουν σε λευκά διώροφα σπιτάκια σκεπασμένα με κεραμίδια, αμφιθεατρικά κτισμένα γύρω από τη γραφική της προκυμαία. Τα λιλιπούτεια σοκάκια του οικισμού ελίσσονται ανάμεσα σε περίτεχνα μπαλκόνια, λουλουδιασμένες αυλές και χρωματιστές εξώπορτες, κάνοντας μια βόλτα εδώ να διαρκεί άνετα ένα ολόκληρο απόγευμα –ειδικά αν συνδυαστεί με ένα ή περισσότερα ουζάκια πλάι στο κύμα.
Μια ειδυλλιακή ακτογραμμή 42 χιλιομέτρων απλώνεται ανάμεσα στη Μεθώνη και την Κορώνη. Με καθεμιά από τις πολλές ιδιαίτερες παραλίες της να διεκδικούν μια θέση στο πρόγραμμά σου. Πρώτη και δημοφιλέστερη η Φοινικούντα, με τα κρυστάλλινα νερά και την τεράστια σε έκταση, χρυσαφένια αμμουδιά της να χωρίζεται σε οργανωμένα και ελεύθερα τμήματα. Πιο κοντά στην Κορώνη, η Ζάγκα έχει απαλή σαν πούδρα άμμο, κατάφυτα λοφάκια να την κορνιζάρουν και νερά τόσο διαυγή και ανοιχτογάλαζα που φέρνουν στο μυαλό πισίνα.
Σε μια παράκαμψη του κεντρικού δρόμου που ενώνει την Μεθώνη με την Κορώνη, μετά από ένα 20λεπτο αλλεπάλληλων στροφών, ο δρόμος σε φέρνει στο γραφικό Τσαπί, που το αγαπούν οι ερημίτες για την παντελή απουσία οργάνωσης, αλλά και οι οικογένειες με μικρά παιδιά, για την αφράτη αμμουδιά του και για τα πεντακάθαρα, ρηχά νερά.
Αν είσαι από αυτούς που θέλουν και λίγη περιπέτεια, το Μαράθι είναι ίσως η ωραιότερη ερημική παραλία της περιοχής, με απίθανα γαλαζοπράσινα νερά, μεγάλα λευκά βότσαλα και θέα σε ένα εκπληκτικό ηλιοβασίλεμα. Ο χωματόδρομος που καταλήγει εδώ είναι δύσβατος για μη 4x4 οχήματα, εξ ου και πολλοί ντόπιοι θα σας πουν ότι η παραλία έχει πρόσβαση μόνο από την θάλασσα.
Πολύ κοντά στη Μεθώνη, ωραία και εύκολα προσβάσιμη είναι η παραλία που λέγεται Λάμπες. Είναι οργανωμένη στο μεγαλύτερο τμήμα της, κι έχει ωραία αφράτη αμμουδιά, και ρηχά ανοιχτογάλαζα νερά, ό,τι πρέπει για πιτσιρίκια.
Τα συγκλονιστικότερα ίσως, πιο-απόλυτα-τιρκουάζ-μόνο-η-Καραϊβική νερά της περιοχής τα έχει το ακατοίκητο νησάκι που λέγεται Σαπιέντζα
στο οποίο θα φτάσεις με βαρκάκι σε 10 λεπτά από την Μεθώνη. Εκτός από την απόλυτα καρτποσταλική αμμουδιά του, λόγοι για να βρεθείς εδώ είναι και το εξαιρετικά σπάνιο δάσος κουμαριάς που το σκεπάζει (και διατρέχεται από μονοπάτια, σημειώστε οι φίλοι πεζοπόροι), τα χαριτωμένα κατσικάκια που σε συντροφεύουν όσο κάνεις ηλιοθεραπεία, και η απαράμιλλη θέα στο Μπούρτζι ακριβώς απέναντι, σε απόσταση που σου δίνει την εντύπωση πως απλώνεις το χέρι και το πιάνεις. Πάρτε μαζί προμήθειες και ομπρέλα, η παραλία (ευτυχώς) δεν είναι οργανωμένη.