Είναι κάποιες πόλεις που σε εκπλήσσουν όχι επειδή είναι από μόνες τους εκπληκτικές, αλλά επειδή νομίζεις πως τις ξέρεις –με την έμφαση στο νομίζεις. Να, η Κόρινθος για παράδειγμα. Τι είναι η Κόρινθος; Ο ισθμός της, θα απαντήσεις, η χιλιοτραγουδισμένη της σταφίδα, άντε η αρχαία Ιστορία της. Η πλουσιότερη των ελληνικών πόλεων, ο αιώνιος ανταγωνιστής. Ανταγωνιστής, όχι εχθρός: Ο εχθρός για την Αθήνα ήταν η Σπάρτη, και για την Σπάρτη η Αθήνα, οι Κορίνθιοι ήταν εξυπνότεροι απ’ αυτό, όσο οι άλλοι τρώγονταν αυτοί πλούτιζαν.
Θα ξεχάσεις, πιθανότατα, να συμπεριλάβεις στην απάντησή σου πως η Κόρινθος είναι το κάστρο της, το μεγαλύτερο κάστρο όλης της Πελοποννήσου. Και πως είναι οι μεγάλες ηλιόλουστες πλατείες της, οι φαρδιοί περιποιημένοι δρόμοι που φτιάχτηκαν από την αρχή μετά τον μεγάλο σεισμό του 1928, δημιουργώντας μια πόλη με εντυπωσιακά φροντισμένο για τα ελληνικά δεδομένα ρυμοτομικό σχέδιο.
Είναι, επίσης, οι ολοζώντανοι πεζόδρομοι με τα café, όπως η Πυλαρινού Ζωγράφου, το άγαλμα του Πήγασου ανάμεσα στα σιντριβάνια στον Φλοίσβο (στην πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου, αν το προτιμάς στο επισημότερο) τα καταπληκτικά ψηφιδωτά στα πεζοδρόμια, έργα της ζωγράφου Ευφροσύνης Χαστούπη-Παρούση, ο μεγάλος ναός του πολιούχου Αποστόλου Παύλου και η βοτσαλωτή παραλία Καλάμια που είναι ένα από τα αξιοπρεπέστερα δείγματα αστικής παραλίας σε ολόκληρη την Πελοπόννησο.
Επτά περίπου χιλιόμετρα έξω από την Κόρινθο, ο ατμοσφαιρικός αρχαιολογικός της χώρος βάζουμε στοίχημα πως θα σου αρέσει ακόμα και αν δεν σου αρέσουν γενικά οι αρχαιολογικοί χώροι. Η αρχαία πόλη ξεδιπλώνει εδώ το μεγαλείο και τον πλούτο της στους μεγάλους λιθόχτιστους δρόμους, στους λαμπρούς ναούς της από τους οποίους ξεχωρίζει ο δωρικός ναός του Απόλλωνα, του 550 π.Χ., στο θέατρο, το ασκληπιείο και το ρωμαϊκό ωδείο της. Φαντασμαγορικότερη όλων, όμως, είναι η θέα από εδώ στο κάστρο του Ακροκόρινθου, που υψώνεται επιβλητικό πάνω από την πόλη, ειδικά την ώρα που ο ήλιος δύει λούζοντας το σε ένα απόκοσμο πορτοκαλοκόκκινο χρώμα.
Ναι, είναι παράξενο, αλλά είναι «ο Ακροκόρινθος» και όχι «η Ακροκόρινθος». Το μεγαλύτερο κάστρο της Πελοποννήσου οχυρώθηκε για πρώτη φορά στην αρχαιότητα, από τον Περίανδρο της Κορίνθου γύρω στον 7ο αιώνα π.Χ. και άλλαξε τόσες φορές χέρια (πουλήθηκε ακόμα και στους ιππότες της Μάλτας) που πλέον είναι αδύνατο να το κατατάξουμε σε μια ιστορική περίοδο και να πούμε «αυτό είναι ένα κάστρο φράγκικο/ βυζαντινό/ ενετικό/ οθωμανικό». Δεν είναι τίποτα απ’ όλα αυτά, και είναι όλα αυτά μαζί: Είναι ο Ακροκόρινθος, μια κατηγορία μόνος του.
Το καταλαβαίνεις με την πρώτη ματιά, καθώς χαζεύεις τα επιβλητικά τείχη του που φτάνουν σε μήκος τα τρία χιλιόμετρα, εκεί που σκαρφαλώνεις τα 579 μέτρα του λόφου του. «Σκαρφαλώνεις» τρόπος του λέγειν, υπάρχει κανονικότατος ασφαλτοστρωμένος δρόμος που φέρνει εσένα και το αυτοκίνητό σου στην είσοδο του κάστρου.
Φυσικά και το έβλεπαν οι Αρχαίοι Κορίνθιοι ότι ο ισθμός ήταν τόσο στενός που έμοιαζε σχεδόν αστείο να κάνουν τα πλοία τον γύρο της Πελοποννήσου. Φυσικά και σκέφτηκαν πόσα λεφτά θα μπορούσαν να βγάλουν από αυτό. Διώρυγα βέβαια δεν μπορούσαν να σκάψουν, οπότε έκαναν το αμέσως καλύτερο πράγμα: Έφτιαξαν το πρώτο μέσο σταθερής τροχιάς, θα μπορούσε να το πει κανείς, έναν πλακόστρωτο δρόμο από την μία άκρη του ισθμού στην άλλη, στον οποίο έσερναν οι δούλοι τα πλοία επάνω σε πλατφόρμες. Όλα αυτά έγιναν τον 6ο αιώνα π.Χ., αν αναρωτιέσαι.
Κάποια στιγμή ο δίολκος σταμάτησε να χρησιμοποιείται, μάλλον επί Νέρωνα, όταν τα έργα για τη διάνοιξη της διώρυγας (ναι, είναι τόσο παλιά η ιδέα της διώρυγας) χάλασαν ένα κομμάτι του. Ο Παυσανίας, που πέρασε από εδώ τον 2ο αιώνα μ.Χ. είδε μόνο ένα τμήμα του δίολκου, σαν αξιοθέατο –ακριβώς όπως θα το δεις κι εσύ σήμερα.
Στην άλλη άκρη του ισθμού, περί τα 8 χιλιόμετρα από τον Δίολκο, τα Ίσθμια αξίζουν οπωσδήποτε μια στάση, αφενός για να χαζέψεις από κοντά το μεγαλείο της διώρυγας, και αφετέρου για να επισκεφθείς τον αρχαιολογικό τους χώρο, στον οποίο σώζονται τμήματα από τον ναό του Ποσειδώνα, το αρχαίο θέατρο του 400 π.Χ., το στάδιο, το ρωμαϊκό υδραγωγείο, και ένα τεράστιο, σούπερ εντυπωσιακό ψηφιδωτό στα ρωμαϊκά λουτρά. Ένα από τα μεγαλύτερα ρωμαϊκά ψηφιδωτά που σώζονται ως σήμερα, χρονολογείται από το 150 μ.Χ., απεικονίζει ζωάκια και θεούς της θάλασσας, και αποδίδεται στον Ηρώδη τον Αττικό –τον κύριο με το Ηρώδειο στην Αθήνα, για όποιον δεν τον βοηθά η μνήμη του. Ένα μικρό αλλά ενδιαφέρον μουσείο μέσα στον αρχαιολογικό χώρο φιλοξενεί ευρήματα από τις ανασκαφές που έγιναν εδώ.